"...Γιατί άραγε ο Χριστός βλέπει τους τελώνες και τις πόρνες να είναι πιο κοντά στο Θεό από τους "δικαίους" και να τους προάγουν στη βασιλεία του Θεού; Γιατί εκείνοι ξέρουν ότι είναι μακριά από το Θεό, ξέρουν πως βρίσκονται στην εξορία και μπορούν να αισθανθούν την ανάγκη να επιστρέψουν, ενώ οι "δίκαιοι" πιστεύουν στη δικαιοσύνη τη δικιά τους και γι' αυτό δεν υποτάσσονται στη δικαιοσύνη του Θεού (Ρωμ. 10,3) και δεν αισθάνονται την ανάγκη καμιάς επιστροφής. Δεν αισθάνονται την ανάγκη να επιστρέψουν στη βασιλεία του Θεού γιατί πιστεύουν ότι βρίσκονται σ' αυτήν και πιστεύουν ότι βρίσκονται σ' αυτήν γιατί είναι βέβαιοι ότι τη δικαιούνται και κανείς απ' όσους είναι βέβαιοι ότι δικαιούνται τη βασιλεία του Θεού δεν την απολαμβάνει. Τα μάτια δύο παιδιών της Εκκλησίας, που βλέπουν όπως τα μάτια του Θεού, μας βοηθούν να δούμε τους τελώνες και τις πόρνες όπως τους βλέπει εκείνος. Ο πρώτος είναι ο Παπαδιαμάντης και ο δεύτερος ο Ντοστογιέφσκυ.
Α. Η αμαρτωλή γυναίκα του Παπαδιαμάντη είναι η Χριστίνα, η δασκάλα που συζούσε χωρίς στεφάνι με τον κομματάρχη τον Παναγή Ντεληκανάτα και την οποία ο Παπαδιαμάντης περιγράφει ως έξης: "Η ταλαίπωρος αύτη, μανθάνουσα, επιπλήττουσα, διαμαρτυρόμενη, υπομένουσα, εγκαρτερούσα, έπαιρνε τα νόθα του αστεφάνωτου ανδρός της εις το σπίτι, τα εθέρμαινεν εις την αγκαλιάν της, ανέπτυσσε μητρικήν στοργήν, τα επονούσε και τα ανέσταινε, κι επάσχιζε να τα μεγαλώση, και όταν εγίνοντο δύο ή τριών ετών, και τα είχε πονέσει πλέον ως τέκνα της, τότε ήρχετο ο χάρος συνοδευόμενος από την οστρακιάν, την ευλογιάν και άλλας δυσμόρφους συντρόφους, και της τα έπαιρνε από την αγκαλιάν της.Τρία ή τέσσερα παιδία τής είχαν αποθάνει ούτω εντός επτά ή οκτώ ετών. Και αύτη επικραίνετο, εγήρασκε και άσπριζε. Κι έκλαιε τα νόθα του ανδρός της, ως να ήσαν γνήσια ιδικά της. Κι εκείνα τα πτωχά, τα μακάρια, περιίπταντο εις τα άνθη του παραδείσου, εν συντροφιά με τ' αγγελούδια τα εγχώρια εκεί. Εκείνος ουδέ λόγον της έκαμεν πλέον περί στεφανώματος. Κι αυτή δεν έλεγε πλέον τίποτε. Υπέφερεν εν σιωπή." Κι έπλυνε κι εσυγύριζεν όλον τον χρόνον, την Μεγάλην Πέμπτην έβαπτε τ' αυγά κόκκινα. και τας καλάς ημέρας δεν είχε τόλμης πρόσωπον να υπάγη κι αυτή εις την εκκλησίαν.Μόνον το απόγευμα του Πάσχα, εις την ακολουθίαν της Αγάπης, κρυφά και δειλά εισήρπεν εις τον ναόν, δια ν' ακούση το "Αναστάσεως ημέρα' μαζί με τες δούλες και τες παραμάνες.Αλλ' Εκείνος, όστις ανέστη 'ένεκα ταλαιπωρίας των πτωχών και του στεναγμού των πενήτων', όστις εδέχθη της αμαρτωλής τα μύρα και τα δάκρυα, και του ληστού το μνήσθητί μου, θα δεχθή και αυτής της πτωχής την μετάνοιαν, και θα της δώση χώρον και τόπον χλοερόν, και άνεσιν και αναψυχήν εις την βασιλείαν Του την αιώνιον". Β. Η αμαρτωλή του Ντοστογιέφσκυ είναι η Σόνια, η κόρη του μεθύστακα Μαρμελάντωφ, που κι αυτή όπως και η Χριστίνα η δασκάλα (πόσο απτά φαίνεται η ενότητα της πίστεως ανάμεσα σ' αυτές τις δυό) θυσιάζει την ίδια την ψυχή της για να σώσει μικρά παιδιά. Όταν θα έλθει ο κριτής, λέει ο Ντοστογιέφσκυ με το στόμα του Μαρμελάντωφ, την ημέρα της κρίσεως, θα ρωτήσει: "Που είναι η κόρη που για την κακιά και φθισικιά μητρυιά της, για παιδιά που δεν ήταν αδέλφια της, μικρή-μικρή ακόμη πούλησε τον εαυτό της; Που είναι η κόρη που σπλαχνίσθηκε τον επίγειο πατέρα της, τον αδιόρθωτο μεθύστακα, χωρίς να φρίξει από την αποκτήνωσή του;" και θα πει: "Έλα! σ' έχω κιόλας μια φορά συγχωρήσει... Σ' έχω μια φορά συγχωρήσει... Σήμερα πάλι αφίενταί σοι αι πολλαί αμαρτίαι σου, ότι πολύ ηγάπησας". Η Σόνια ήταν μια αγία παρά το γεγονός, ή ίσως ακριβώς εξαιτίας του γεγονότος, ότι ήταν "ανήθικη". Η μοιχεία της ήταν αγιότερη από την παρθενία πολλών. Η κεντρική έννοια της "αγιότητος" είναι αφοσίωση αφιερωμένη στην υπηρεσία του Θεού. Συνεχίζοντας ο Μαρμελάντωφ λέει πως ο Χριστός θα δεχθεί τους τελώνες και τις πόρνες στη βασιλεία Του. "Πλησιάστε και σεις", θα τους πει, "ξεδιάντροποι. Είσαστε γουρούνια! φοράτε τη μάσκα του ζώου και έχετε τη σφραγίδα του. Όμως ελάτε και σεις". Και τότε οι δίκαιοι και οι σώφρονες θα διαμαρτυρηθούν. "Κύριε, γιατί τους δέχεσαι αυτούς;" Κι Εκείνος θα πει: "Τους δέχομαι, ώ δίκαιοι, τους δέχομαι, ώ σώφρονες, επειδή ούτε ένας απ' αυτούς δεν θεώρησε ποτέ άξιο αυτής της τιμής τον εαυτό του...". Η αγάπη αυτών των δύο αμαρτωλών γυναικών για εκείνα τα πλάσματα του Θεού μοιάζει τόσο πολύ με την αγάπη του Θεού ο οποίος "έτι αμαρτωλών όντων ημών υπέρ ημών απέθανε" (Ρωμ. 5, 8). Εκείνη την αγάπη βίωσαν οι μεγάλοι άγιοι του Θεού που ήταν πρόθυμοι και την ίδια τη σωτηρία τους να θυσιάσουν για το συνάνθρωπο. "Ηυχόμην γάρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα" (Ρωμ. 9, 3), λέει ο Παύλος, και ο Κοσμάς ο Αιτωλός έλεγε το ίδιο πράγμα με άλλα λόγια· "Μα θέλετε ειπή: και συ καλόγερος είσαι, διατί συναναστρέφεσαι εις τον κόσμον; Και εγώ αδελφοί μου, κακά το κάμνω, μα επειδή το γένος μας έπεσε εις αμάθειαν, είπα: "Ας χάση ο Χριστός μου εμένα, ένα πρόβατον, και ας κερδίση τα άλλα. Ίσως η ευσπλαχνία του Θεού και η ευχή σας σώση και εμένα".
Π. Φ. Φάρος: Αυτοί που βλέπουν το Θεό, ακριβώς επειδή δεν θεωρούν εαυτούς, αξίους αυτής της τιμής
Με βάση το παραπάνω κείμενο του
π.Φιλόθεου Φάρου μέσα από τα μάτια του Παπαδιαμάντη και του Ντοστογιέφσκυ και σε συνδυασμό με το ευαγγέλιο της κρίσης
(Ματθ.25:31-46) :
- Ποια φαίνεται να είναι τα κριτήρια αυτής της κρίσης, τα κριτήρια δηλ. της σωτηρίας;
- Πού ρίχνει το κέντρο βάρους η Εκκλησία: στην Ηθική «τι οφείλω να κάνω» ή στην Οντολογία «τι ον είμαι»;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου